- Κρώμνης
- Κρῶμναfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κρυπτοχριστιανοί — Χριστιανοί που ασπάστηκαν φαινομενικά τον μωαμεθανισμό για να αποφύγουν τους διωγμούς των Οθωμανών κατακτητών, ενώ στην πραγματικότητα διατηρούσαν τη χριστιανική τους πίστη. Οι εξισλαμισμοί στους οποίους προέβαιναν οι Τούρκοι κατακτητές… … Dictionary of Greek
Άμαστρις — I Αρχαία πόλη στα παράλια της Παφλαγονίας. Την ίδρυσε γύρω στα 300 π.Χ. η Άμαστρις (βλ. λ.) με συνοικισμό των κατοίκων των γειτονικών πόλεων του Σησάμου, του Κυτώρου, της Κρώμνης και του Τιείου. Γρήγορα η Ά. έγινε κέντρο του εμπορίου της περιοχής … Dictionary of Greek